του ν/σ για την «κινητικότητα» στη Δημόσια Διοίκηση παρουσίασε, χθες, στην
αρμόδια Επιτροπή της Βουλής, ο αν. Γραμματέας της Εκτελεστικής Επιτροπής, Γιάννης Τσούνης.
Ο κ. Τσούνης, αφού ανέφερε ως σοβαρότερα προβλήματα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, σήμερα, τη μεγάλη έλλειψη προσωπικού, «που παρατηρείται στο σύνολο των Υπηρεσιών λόγω της απαγόρευσης προσλήψεων» και τη δεινή οικονομική κατάσταση των Δήμων, «που βρίσκονται σε πολλές περιπτώσεις σε οριακό σημείο», παρατήρησε πως, «…δυστυχώς και η σημερινή κυβέρνηση με το Νομοσχέδιο αυτό παίρνει ως δεδομένο την εφαρμογή των ισχυουσών μνημονιακών διατάξεων, που υπηρετούν το νεοφιλελεύθερο μοντέλο για το κράτος», και συμπλήρωσε:
«Το δίλημμα επομένως για εμάς δεν είναι μια απλή σύγκριση του ισχύοντος συστήματος Μετατάξεων-Μεταθέσεων-Αποσπάσεων και του προτεινόμενου, για το ποιο είναι καλύτερο ή όχι, αλλά στον εάν αυτό απαντάει στα πραγματικά προβλήματα και τις ανάγκες της Δημόσιας Διοίκησης.
Στην ουσία του όμως λύσεις δεν δίνει. Αντιθέτως κινείται στην "λογική" πως εάν ένας Δήμος κατέχει το 50% των οργανικών του θέσεων ανά κλάδο καλυμμένες έχει και "πλεονάζον" προσωπικό ώστε να εκχωρήσει προσωπικό σε άλλους Δήμους.
Αυτή είναι και η παραδοχή που διαπνέει στο σύνολό του το Ενιαίο Σύστημα Κινητικότητας (Ε.Σ.Κ.) που περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο από εδώ και στο εξής θα διενεργούνται οι μετατάξεις και οι αποσπάσεις των υπαλλήλων του Δημοσίου κι ευρύτερου Δημοσίου Τομέα στο πλαίσιο πάντα της εφαρμογής των ισχυουσών μνημονιακών διατάξεων».
Οι παρατηρήσεις της Π.Ο.Ε.-Ο.Τ.Α. όπως τις ανέλυσε ο αν. Γραμματέας της Ε.Ε.
"Προϋπόθεση συμμετοχής ενός φορέα στην διαδικασία της κινητικότητας είναι να έχει πραγματοποιηθεί αξιολόγηση δομών. Σε πολλούς Δήμους παρατηρείται το φαινόμενο να ανατίθενται σε ιδιωτικές εταιρείες αυτή η αρμοδιότητα, γεγονός το οποίο καμιά εγκυρότητα και αξιοπιστία δεν διασφαλίζει. Αντίθετα, στην συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων θα «υιοθετηθεί» η γραμμή της Διοίκησης!!!
Πως θα γίνει ουσιαστική αξιολόγηση δομών όταν πολλοί Δήμοι δεν έχουν καν Οργανισμό Εσωτερικής Υπηρεσίας (Ο.Ε.Υ.) ή όταν οι κενές οργανικές θέσεις έχουν καταργηθεί μέσω μνημονιακής διάταξης;
Η αξιολόγηση δομών μπορεί να είναι αξιόπιστη μόνο εφόσον ανταποκρίνεται σε οργανογράμματα που θα απεικονίζουν χωρίς μνημονιακές δεσμεύσεις τις ανάγκες των πολιτών αλλά και των υπηρεσιών σε έμψυχο δυναμικό. Να υπενθυμίσουμε ότι το 2011 η τότε κυβέρνηση κατάργησε όλες τις κενές οργανικές θέσεις και δρομολόγησε την αξιολόγηση των δομών, των υπηρεσιών και του προσωπικού του Δημοσίου με στόχο τη συγχώνευσή τους και την απόλυση εργαζομένων, πράγμα που δεν ολοκληρώθηκε λόγω της αντίστασης των εργαζομένων και παρέμεινε ως μνημονιακή υποχρέωση.
Η αξιολόγηση δομών βρίσκεται στην κατεύθυνση συγχώνευσης και κατάργησης Δομών και Υπηρεσιών. Οι Οργανισμοί Εσωτερικής Υπηρεσίας (Ο.Ε.Υ.) που προβλέπεται να συνταχθούν είναι αδύνατο να προβλέψουν τις πραγματικές ελλείψεις αφού η δημιουργία οργανικών θέσεων είναι συνάρτηση της Οικονομικής τους δυνατότητας. Ουσιαστικά θα ανακυκλωθεί η μιζέρια χωρίς να υπάρξει καμία λύση. Μια τέτοια αξιολόγηση δεν είναι δυνατόν να μας βρει ούτε σύμφωνους, ούτε συνεργάσιμους.
ΑΡΘΡΟ 3, ΠΑΡ.5
Με το άρθρο 3, παρ.5 προβλέπεται πως οι πρώην Δημοτικοί Αστυνομικοί που μετατάχτηκαν στα Καταστήματα Κράτησης δεν έχουν το δικαίωμα συμμετοχής στην 1η φάση της κινητικότητας ενώ θα μπορούν να συμμετάσχουν στην 2η φάση το 2018. Ζητάμε στην βάση της αυτονόητης αποκατάστασης αυτών των εργαζομένων, να συμπεριληφθούν και στον 1ο κύκλο και μάλιστα με διαδικασία προτεραιότητας για τους Ο.Τ.Α. Α΄ Βαθμού για τις θέσεις προσωπικού Δημοτικής Αστυνομίας που θα προκυρηχθούν, γνωρίζοντας πως οι ανάγκες των Δήμων είναι και υπαρκτές και άμεσες.
ΑΡΘΡΟ 4, ΠΑΡ.4
Μέχρι σήμερα για την Μετάταξη-Αποχώρηση προβλέπονταν η σύμφωνη γνώμη του αρμόδιου προς διορισμό οργάνου που είχε και την ευθύνη για την στελέχωση των Υπηρεσιών. Δεν είμαστε αυτοί που θα εμμείνουμε στο να εξαρτώνται και να παρακαλούν οι εργαζόμενοι να εγκριθούν μετατάξεις. Η σύμφωνη γνώμη όμως του αρμόδιου προς διορισμό οργάνου προσωποποιούσε την ευθύνη για την ύπαρξη του αναγκαίου προσωπικού. Σε καμιά περίπτωση όμως δεν συμφωνούμε με το προτεινόμενο σχέδιο που θα οδηγήσει σε μεγαλύτερα προβλήματα από αυτά που φιλοδοξεί να λύσει.
Προβλέπεται για να μπορεί κάποιος να συμμετέχει να είναι καλυμμένο το 50% ή το 65% των οργανικών θέσεων του κλάδου σε Ο.Τ.Α. με πληθυσμό κάτω των 90.000 κατοίκων. Γεγονός που σε πρώτη φάση θεωρεί επαρκώς στελεχωμένο ένα Δήμο που λειτουργεί με το 50% ή το 65% αντίστοιχα των αναγκών του σε προσωπικό, ενώ είναι υπαρκτός ο κίνδυνος περαιτέρω αποστελέχωσης χωρίς καμιά δικλείδα ασφαλείας για συγκεκριμένες ειδικότητες εργαζομένων (π.χ. Υδραυλικοί, Μηχανικοί, Προσωπικό Παιδικών Σταθμών κ.λπ.).
Η Τοπική Αυτοδιοίκηση έχει ιδιαιτερότητες, το φωνάζουμε συνεχώς και κανείς δεν ακούει. Δεν είναι ούτε πρωτοβάθμια εκπαίδευση όπου όλοι οι εργαζόμενοι του κλάδου είναι δάσκαλοι, ούτε δευτεροβάθμια εκπαίδευση όπου όλοι οι εργαζόμενοι του κλάδου είναι καθηγητές. Ούτε Υπουργείο όπου η συντριπτική πλειοψηφία είναι Διοικητικοί υπάλληλοι!!! Εχουμε πανσπερμία ειδικοτήτων αναγκαίων για την καθημερινή λειτουργία ενός Δήμου.
ΑΡΘΡΟ 5, ΠΑΡ.1
Υπάρχει μια παραδοχή των όσων εμείς υποστηρίζουμε: Προβλέπεται πως η συσταθείσα Κεντρική Επιτροπή Κινητικότητας, θα έχει ως αρμοδιότητα την ανακατανομή του προσωπικού σε υπηρεσίες του Δημοσίου μετά από αναδιάρθρωση-συγχώνευση φορέων ή μεταβολή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος. Είναι ωμή ομολογία πως η αξιολόγηση δομών θα επιφέρει καταργήσεις-συγχωνεύσεις δομών αλλά και ιδιωτικοποιήσεις υπηρεσιών.
ΑΡΘΡΟ 5: Σύνθεση Κεντρικής Επιτροπής Κινητικότητας
Καταργείται πλήρως η εκπροσώπηση των εργαζομένων, δεν θα συμμετέχουν τα Υπηρεσιακά Συμβούλια και αντικαθίστανται από όργανα «πλήρως ελεγχόμενα» από τη εκάστοτε πολιτική εξουσία. Είναι τουλάχιστον προκλητικό πως καλούνται οι εκπρόσωποι της Α.Δ.Ε.Δ.Υ. και της Κ.Ε.Δ.Ε. να συμμετέχουν μόνο, χωρίς δικαίωμα ψήφου. Καμιά συμμετοχή εκπροσώπου της Π.Ο.Ε.-Ο.Τ.Α. για πρώτη φορά. Είναι πράγματι έκπληξη που μια αυτοαποκαλούμενη «αριστερή» κυβέρνηση καταργεί την ουσιαστική συμμετοχή των εκπροσώπων των εργαζομένων.
ΑΡΘΡΟ 7: Διαδικασία αξιολόγησης Υποψηφίων
Η διαδικασία που προβλέπεται σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να υποστηρίξει κάποιος πως είναι αντικειμενική και αδιάβλητη. Είναι απόλυτα υποκειμενική ιδιαίτερα όταν προβλέπει την συνέντευξη ως κριτήριο απόφασης. Κριτήριο με το οποίο διαφωνούσε πάντα κάθετα το συνδικαλιστικό κίνημα. Ενώ, δεν προβλέπεται καμία διαδικασία ένστασης των μη επιλεγέντων υποψηφίων.
Από δω και πέρα, οι αρμόδιοι για αυτά τα θέματα θα είναι ένα πλήθος από τριμελείς επιτροπές επιτελικού τύπου, αφού για κάθε θέση που θα ανακοινώνεται ως κενή προς μετακίνηση, την αξιολόγηση και την επιλογή των υποψηφίων θα την κάνει μια τριμελής επιτροπή που θα αποτελείται από δύο διευθυντικά στελέχη μαζί με τον Διευθυντή-Προϊστάμενο του εκάστοτε Τμήματος στο οποίο ανήκει η θέση αυτή. Το δε Υπηρεσιακό Συμβούλιο, τόσο του φορέα προέλευσης όσο και του φορέα υποδοχής δεν θα έχει κανένα ρόλο σε αυτή την διαδικασία. Ουσιαστικά καταργείται πλήρως η συμμετοχή των εκπροσώπων των εργαζομένων στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων. Επιτελικό το κράτος, «επιτελικός» και ο τρόπος! Αυτή φαίνεται να είναι η επιλογή! Είναι επίσης αξιοσημείωτο πως από την στιγμή που ένας υπάλληλος επιλέγεται για συγκεκριμένη θέση συγκεκριμένου τμήματος του Ο.Ε.Υ. ενός Δήμου και για αυτήν αξιολογείται όταν τελικά θα καταλάβει την θέση δεν δύναται να μετακινηθεί σε άλλη θέση του φορέα υποδοχής.!
Επίσης στο άρθρο 9 εισάγεται και η έννοια της «αναγκαστικής» απόσπασης. Στην ενδοϋπουργική κινητικότητα, που δεν υπάρχουν ενδιαφερόμενοι υπάλληλοι, μπορεί η υπηρεσία να «αποσπάσει» λόγω «σοβαρών κι επειγουσών αναγκών» για ένα χρόνο, όποιον νομίζει αυτή.Δείγμα που αποδεικνύει ότι μπορεί σε πρώτη φάση να έχει η κινητικότητα εθελούσιο χαρακτήρα, σε περίπτωση όμως μη κάλυψης των αναγκών με αυτό τον τρόπο, κάτι που θεωρούμε σίγουρο πως θα συμβεί, θα εφαρμοστεί η υποχρεωτικότητα στην λογική του «κρατικού υπαλλήλου» που μετατάσσεται όπου υπάρχει ανάγκη.
Συντονισμένα και μεθοδικά, άρθρο-άρθρο, αποδομείται και απαξιώνεται ο Κώδικας Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (Ν.3584/2007) μιας και οι σχετικές διατάξεις που αφορούν σε μετατάξεις και αποσπάσεις καταργούνται με την ψήφιση της «κινητικότητας».
Τέλος θα θέλαμε να επισημάνουμε πως δεν περιλαμβάνεται στο Νομοσχέδιο η πολυσυζητημένη διάταξη που αφορούσε στο αίτημα για την μετατροπή της σχέσης εργασίας των εργαζομένων Αορίστου Χρόνου σε Δημοσίου Δικαίου, που αποτελούσε ρητή δέσμευση των πρώην Αναπληρωτών Υπουργών Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης κ. Γ. Κατρούγκαλου και κ. Χ. Βερναρδάκη. Γεγονός που αναδεικνύει πως ήταν απλά μια δέσμευση που εκμεταλλεύτηκε την ελπίδα των εργαζομένων για την επίλυση κρίσιμων ζητημάτων σε συγκεκριμένη χρονική στιγμή.
Επίσης δεν συμπεριλαμβάνεται στο Νομοσχέδιο η ρητή δέσμευση του πρώην Αναπληρωτή Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Διοικητικής Ανασυγκρότησης κ. Χριστ. Βερναρδάκηγια την μονιμοποίηση όσων εργαζομένων εργάζονται για περισσότερα από επτά (7) έτη σε Δήμους με προσωρινούς πίνακες και σήμερα απολύονται.
Είναι προφανές ότι αυτό το σχέδιο Νόμου δεν απαντάει στα προβλήματα της Δημόσιας Διοίκησης που εστιάζονται στην γραφειοκρατική της λειτουργία και την αδιαφάνεια, στον κομματισμό και την κάθε φορά κυβερνητική-πελατειακή της σχέση και παρέμβαση, στα οποία προστέθηκαν με έντονο τρόπο στην μνημονιακή περίοδο η υποστελέχωση και υποχρηματοδότησή της.
Αντίθετα συνεχίζεται και από τη σημερινή κυβέρνηση η πολιτική της σταδιακής απαξίωσης των δομών και των υπηρεσιών της, το πέρασμά τους σε ιδιώτες και η διεύρυνση των ελαστικών εργασιακών σχέσεων, ενώ τα αποτελέσματα του παραγόμενου πλούτου και η σκληρή υπερφορολόγηση των εργαζομένων θα καταλήγουν στα συρτάρια των δανειστών. Βρισκόμαστεαπέναντι λοιπόν στην πολιτική της απαξίωσης των Δημόσιων και ιδιαίτερα των Κοινωνικών υπηρεσιών, που αντί να αντιμετωπίζει τις αιτίες τους, κινείται στο πλαίσιο της διαχείρισης και μεθοδευμένης παγίωσης μιας μίζερης πραγματικότητας.
Συνολικά θα θέλαμε να τονίσουμε, γνωρίζοντας εκ των έσω την Τοπική Αυτοδιοίκηση, πως το Ενιαίο Σύστημα Κινητικότητας (Ε.Σ.Κ.) δεν πρόκειται να δώσει λύσεις. Η Οικονομική κατάσταση των Δήμων είναι οριακή σε πολλές περιπτώσεις ενώ δεν θα δοθεί λύση στο τεράστιο πρόβλημα της έλλειψης προσωπικού ειδικά στις υπηρεσίες άμεσης αντιμετώπισης των αναγκών του πολίτη όπως Παιδικοί Σταθμοί, Κοινωνικές Δομές, Υπηρεσίες Καθαριότητας, κ.λπ.
Αντίθετα θα οδηγήσει πολλούς εργαζόμενους να μεταβούν στην Κεντρική Διοίκηση «εγκαταλείποντας ένα καράβι που βουλιάζει...» εξυπηρετώντας άθελά τους το οργανωμένο σχέδιο για ιδιωτικοποίηση Δομών και Υπηρεσιών της Τοπικής Αυτοδιοίκησης... στο πλαίσιο της εφαρμογής του δόγματος του Επιτελικού Κράτους."
Ο κ. Τσούνης, αφού ανέφερε ως σοβαρότερα προβλήματα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, σήμερα, τη μεγάλη έλλειψη προσωπικού, «που παρατηρείται στο σύνολο των Υπηρεσιών λόγω της απαγόρευσης προσλήψεων» και τη δεινή οικονομική κατάσταση των Δήμων, «που βρίσκονται σε πολλές περιπτώσεις σε οριακό σημείο», παρατήρησε πως, «…δυστυχώς και η σημερινή κυβέρνηση με το Νομοσχέδιο αυτό παίρνει ως δεδομένο την εφαρμογή των ισχυουσών μνημονιακών διατάξεων, που υπηρετούν το νεοφιλελεύθερο μοντέλο για το κράτος», και συμπλήρωσε:
«Το δίλημμα επομένως για εμάς δεν είναι μια απλή σύγκριση του ισχύοντος συστήματος Μετατάξεων-Μεταθέσεων-Αποσπάσεων και του προτεινόμενου, για το ποιο είναι καλύτερο ή όχι, αλλά στον εάν αυτό απαντάει στα πραγματικά προβλήματα και τις ανάγκες της Δημόσιας Διοίκησης.
Στην ουσία του όμως λύσεις δεν δίνει. Αντιθέτως κινείται στην "λογική" πως εάν ένας Δήμος κατέχει το 50% των οργανικών του θέσεων ανά κλάδο καλυμμένες έχει και "πλεονάζον" προσωπικό ώστε να εκχωρήσει προσωπικό σε άλλους Δήμους.
Αυτή είναι και η παραδοχή που διαπνέει στο σύνολό του το Ενιαίο Σύστημα Κινητικότητας (Ε.Σ.Κ.) που περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο από εδώ και στο εξής θα διενεργούνται οι μετατάξεις και οι αποσπάσεις των υπαλλήλων του Δημοσίου κι ευρύτερου Δημοσίου Τομέα στο πλαίσιο πάντα της εφαρμογής των ισχυουσών μνημονιακών διατάξεων».
Οι παρατηρήσεις της Π.Ο.Ε.-Ο.Τ.Α. όπως τις ανέλυσε ο αν. Γραμματέας της Ε.Ε.
"Προϋπόθεση συμμετοχής ενός φορέα στην διαδικασία της κινητικότητας είναι να έχει πραγματοποιηθεί αξιολόγηση δομών. Σε πολλούς Δήμους παρατηρείται το φαινόμενο να ανατίθενται σε ιδιωτικές εταιρείες αυτή η αρμοδιότητα, γεγονός το οποίο καμιά εγκυρότητα και αξιοπιστία δεν διασφαλίζει. Αντίθετα, στην συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων θα «υιοθετηθεί» η γραμμή της Διοίκησης!!!
Πως θα γίνει ουσιαστική αξιολόγηση δομών όταν πολλοί Δήμοι δεν έχουν καν Οργανισμό Εσωτερικής Υπηρεσίας (Ο.Ε.Υ.) ή όταν οι κενές οργανικές θέσεις έχουν καταργηθεί μέσω μνημονιακής διάταξης;
Η αξιολόγηση δομών μπορεί να είναι αξιόπιστη μόνο εφόσον ανταποκρίνεται σε οργανογράμματα που θα απεικονίζουν χωρίς μνημονιακές δεσμεύσεις τις ανάγκες των πολιτών αλλά και των υπηρεσιών σε έμψυχο δυναμικό. Να υπενθυμίσουμε ότι το 2011 η τότε κυβέρνηση κατάργησε όλες τις κενές οργανικές θέσεις και δρομολόγησε την αξιολόγηση των δομών, των υπηρεσιών και του προσωπικού του Δημοσίου με στόχο τη συγχώνευσή τους και την απόλυση εργαζομένων, πράγμα που δεν ολοκληρώθηκε λόγω της αντίστασης των εργαζομένων και παρέμεινε ως μνημονιακή υποχρέωση.
Η αξιολόγηση δομών βρίσκεται στην κατεύθυνση συγχώνευσης και κατάργησης Δομών και Υπηρεσιών. Οι Οργανισμοί Εσωτερικής Υπηρεσίας (Ο.Ε.Υ.) που προβλέπεται να συνταχθούν είναι αδύνατο να προβλέψουν τις πραγματικές ελλείψεις αφού η δημιουργία οργανικών θέσεων είναι συνάρτηση της Οικονομικής τους δυνατότητας. Ουσιαστικά θα ανακυκλωθεί η μιζέρια χωρίς να υπάρξει καμία λύση. Μια τέτοια αξιολόγηση δεν είναι δυνατόν να μας βρει ούτε σύμφωνους, ούτε συνεργάσιμους.
Με το άρθρο 3, παρ.5 προβλέπεται πως οι πρώην Δημοτικοί Αστυνομικοί που μετατάχτηκαν στα Καταστήματα Κράτησης δεν έχουν το δικαίωμα συμμετοχής στην 1η φάση της κινητικότητας ενώ θα μπορούν να συμμετάσχουν στην 2η φάση το 2018. Ζητάμε στην βάση της αυτονόητης αποκατάστασης αυτών των εργαζομένων, να συμπεριληφθούν και στον 1ο κύκλο και μάλιστα με διαδικασία προτεραιότητας για τους Ο.Τ.Α. Α΄ Βαθμού για τις θέσεις προσωπικού Δημοτικής Αστυνομίας που θα προκυρηχθούν, γνωρίζοντας πως οι ανάγκες των Δήμων είναι και υπαρκτές και άμεσες.
ΑΡΘΡΟ 4, ΠΑΡ.4
Μέχρι σήμερα για την Μετάταξη-Αποχώρηση προβλέπονταν η σύμφωνη γνώμη του αρμόδιου προς διορισμό οργάνου που είχε και την ευθύνη για την στελέχωση των Υπηρεσιών. Δεν είμαστε αυτοί που θα εμμείνουμε στο να εξαρτώνται και να παρακαλούν οι εργαζόμενοι να εγκριθούν μετατάξεις. Η σύμφωνη γνώμη όμως του αρμόδιου προς διορισμό οργάνου προσωποποιούσε την ευθύνη για την ύπαρξη του αναγκαίου προσωπικού. Σε καμιά περίπτωση όμως δεν συμφωνούμε με το προτεινόμενο σχέδιο που θα οδηγήσει σε μεγαλύτερα προβλήματα από αυτά που φιλοδοξεί να λύσει.
Προβλέπεται για να μπορεί κάποιος να συμμετέχει να είναι καλυμμένο το 50% ή το 65% των οργανικών θέσεων του κλάδου σε Ο.Τ.Α. με πληθυσμό κάτω των 90.000 κατοίκων. Γεγονός που σε πρώτη φάση θεωρεί επαρκώς στελεχωμένο ένα Δήμο που λειτουργεί με το 50% ή το 65% αντίστοιχα των αναγκών του σε προσωπικό, ενώ είναι υπαρκτός ο κίνδυνος περαιτέρω αποστελέχωσης χωρίς καμιά δικλείδα ασφαλείας για συγκεκριμένες ειδικότητες εργαζομένων (π.χ. Υδραυλικοί, Μηχανικοί, Προσωπικό Παιδικών Σταθμών κ.λπ.).
Η Τοπική Αυτοδιοίκηση έχει ιδιαιτερότητες, το φωνάζουμε συνεχώς και κανείς δεν ακούει. Δεν είναι ούτε πρωτοβάθμια εκπαίδευση όπου όλοι οι εργαζόμενοι του κλάδου είναι δάσκαλοι, ούτε δευτεροβάθμια εκπαίδευση όπου όλοι οι εργαζόμενοι του κλάδου είναι καθηγητές. Ούτε Υπουργείο όπου η συντριπτική πλειοψηφία είναι Διοικητικοί υπάλληλοι!!! Εχουμε πανσπερμία ειδικοτήτων αναγκαίων για την καθημερινή λειτουργία ενός Δήμου.
Υπάρχει μια παραδοχή των όσων εμείς υποστηρίζουμε: Προβλέπεται πως η συσταθείσα Κεντρική Επιτροπή Κινητικότητας, θα έχει ως αρμοδιότητα την ανακατανομή του προσωπικού σε υπηρεσίες του Δημοσίου μετά από αναδιάρθρωση-συγχώνευση φορέων ή μεταβολή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος. Είναι ωμή ομολογία πως η αξιολόγηση δομών θα επιφέρει καταργήσεις-συγχωνεύσεις δομών αλλά και ιδιωτικοποιήσεις υπηρεσιών.
ΑΡΘΡΟ 5: Σύνθεση Κεντρικής Επιτροπής Κινητικότητας
Καταργείται πλήρως η εκπροσώπηση των εργαζομένων, δεν θα συμμετέχουν τα Υπηρεσιακά Συμβούλια και αντικαθίστανται από όργανα «πλήρως ελεγχόμενα» από τη εκάστοτε πολιτική εξουσία. Είναι τουλάχιστον προκλητικό πως καλούνται οι εκπρόσωποι της Α.Δ.Ε.Δ.Υ. και της Κ.Ε.Δ.Ε. να συμμετέχουν μόνο, χωρίς δικαίωμα ψήφου. Καμιά συμμετοχή εκπροσώπου της Π.Ο.Ε.-Ο.Τ.Α. για πρώτη φορά. Είναι πράγματι έκπληξη που μια αυτοαποκαλούμενη «αριστερή» κυβέρνηση καταργεί την ουσιαστική συμμετοχή των εκπροσώπων των εργαζομένων.
Η διαδικασία που προβλέπεται σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να υποστηρίξει κάποιος πως είναι αντικειμενική και αδιάβλητη. Είναι απόλυτα υποκειμενική ιδιαίτερα όταν προβλέπει την συνέντευξη ως κριτήριο απόφασης. Κριτήριο με το οποίο διαφωνούσε πάντα κάθετα το συνδικαλιστικό κίνημα. Ενώ, δεν προβλέπεται καμία διαδικασία ένστασης των μη επιλεγέντων υποψηφίων.
Από δω και πέρα, οι αρμόδιοι για αυτά τα θέματα θα είναι ένα πλήθος από τριμελείς επιτροπές επιτελικού τύπου, αφού για κάθε θέση που θα ανακοινώνεται ως κενή προς μετακίνηση, την αξιολόγηση και την επιλογή των υποψηφίων θα την κάνει μια τριμελής επιτροπή που θα αποτελείται από δύο διευθυντικά στελέχη μαζί με τον Διευθυντή-Προϊστάμενο του εκάστοτε Τμήματος στο οποίο ανήκει η θέση αυτή. Το δε Υπηρεσιακό Συμβούλιο, τόσο του φορέα προέλευσης όσο και του φορέα υποδοχής δεν θα έχει κανένα ρόλο σε αυτή την διαδικασία. Ουσιαστικά καταργείται πλήρως η συμμετοχή των εκπροσώπων των εργαζομένων στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων. Επιτελικό το κράτος, «επιτελικός» και ο τρόπος! Αυτή φαίνεται να είναι η επιλογή! Είναι επίσης αξιοσημείωτο πως από την στιγμή που ένας υπάλληλος επιλέγεται για συγκεκριμένη θέση συγκεκριμένου τμήματος του Ο.Ε.Υ. ενός Δήμου και για αυτήν αξιολογείται όταν τελικά θα καταλάβει την θέση δεν δύναται να μετακινηθεί σε άλλη θέση του φορέα υποδοχής.!
Επίσης στο άρθρο 9 εισάγεται και η έννοια της «αναγκαστικής» απόσπασης. Στην ενδοϋπουργική κινητικότητα, που δεν υπάρχουν ενδιαφερόμενοι υπάλληλοι, μπορεί η υπηρεσία να «αποσπάσει» λόγω «σοβαρών κι επειγουσών αναγκών» για ένα χρόνο, όποιον νομίζει αυτή.Δείγμα που αποδεικνύει ότι μπορεί σε πρώτη φάση να έχει η κινητικότητα εθελούσιο χαρακτήρα, σε περίπτωση όμως μη κάλυψης των αναγκών με αυτό τον τρόπο, κάτι που θεωρούμε σίγουρο πως θα συμβεί, θα εφαρμοστεί η υποχρεωτικότητα στην λογική του «κρατικού υπαλλήλου» που μετατάσσεται όπου υπάρχει ανάγκη.
Συντονισμένα και μεθοδικά, άρθρο-άρθρο, αποδομείται και απαξιώνεται ο Κώδικας Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (Ν.3584/2007) μιας και οι σχετικές διατάξεις που αφορούν σε μετατάξεις και αποσπάσεις καταργούνται με την ψήφιση της «κινητικότητας».
Τέλος θα θέλαμε να επισημάνουμε πως δεν περιλαμβάνεται στο Νομοσχέδιο η πολυσυζητημένη διάταξη που αφορούσε στο αίτημα για την μετατροπή της σχέσης εργασίας των εργαζομένων Αορίστου Χρόνου σε Δημοσίου Δικαίου, που αποτελούσε ρητή δέσμευση των πρώην Αναπληρωτών Υπουργών Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης κ. Γ. Κατρούγκαλου και κ. Χ. Βερναρδάκη. Γεγονός που αναδεικνύει πως ήταν απλά μια δέσμευση που εκμεταλλεύτηκε την ελπίδα των εργαζομένων για την επίλυση κρίσιμων ζητημάτων σε συγκεκριμένη χρονική στιγμή.
Επίσης δεν συμπεριλαμβάνεται στο Νομοσχέδιο η ρητή δέσμευση του πρώην Αναπληρωτή Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Διοικητικής Ανασυγκρότησης κ. Χριστ. Βερναρδάκηγια την μονιμοποίηση όσων εργαζομένων εργάζονται για περισσότερα από επτά (7) έτη σε Δήμους με προσωρινούς πίνακες και σήμερα απολύονται.
Είναι προφανές ότι αυτό το σχέδιο Νόμου δεν απαντάει στα προβλήματα της Δημόσιας Διοίκησης που εστιάζονται στην γραφειοκρατική της λειτουργία και την αδιαφάνεια, στον κομματισμό και την κάθε φορά κυβερνητική-πελατειακή της σχέση και παρέμβαση, στα οποία προστέθηκαν με έντονο τρόπο στην μνημονιακή περίοδο η υποστελέχωση και υποχρηματοδότησή της.
Αντίθετα συνεχίζεται και από τη σημερινή κυβέρνηση η πολιτική της σταδιακής απαξίωσης των δομών και των υπηρεσιών της, το πέρασμά τους σε ιδιώτες και η διεύρυνση των ελαστικών εργασιακών σχέσεων, ενώ τα αποτελέσματα του παραγόμενου πλούτου και η σκληρή υπερφορολόγηση των εργαζομένων θα καταλήγουν στα συρτάρια των δανειστών. Βρισκόμαστεαπέναντι λοιπόν στην πολιτική της απαξίωσης των Δημόσιων και ιδιαίτερα των Κοινωνικών υπηρεσιών, που αντί να αντιμετωπίζει τις αιτίες τους, κινείται στο πλαίσιο της διαχείρισης και μεθοδευμένης παγίωσης μιας μίζερης πραγματικότητας.
Συνολικά θα θέλαμε να τονίσουμε, γνωρίζοντας εκ των έσω την Τοπική Αυτοδιοίκηση, πως το Ενιαίο Σύστημα Κινητικότητας (Ε.Σ.Κ.) δεν πρόκειται να δώσει λύσεις. Η Οικονομική κατάσταση των Δήμων είναι οριακή σε πολλές περιπτώσεις ενώ δεν θα δοθεί λύση στο τεράστιο πρόβλημα της έλλειψης προσωπικού ειδικά στις υπηρεσίες άμεσης αντιμετώπισης των αναγκών του πολίτη όπως Παιδικοί Σταθμοί, Κοινωνικές Δομές, Υπηρεσίες Καθαριότητας, κ.λπ.
Αντίθετα θα οδηγήσει πολλούς εργαζόμενους να μεταβούν στην Κεντρική Διοίκηση «εγκαταλείποντας ένα καράβι που βουλιάζει...» εξυπηρετώντας άθελά τους το οργανωμένο σχέδιο για ιδιωτικοποίηση Δομών και Υπηρεσιών της Τοπικής Αυτοδιοίκησης... στο πλαίσιο της εφαρμογής του δόγματος του Επιτελικού Κράτους."
e p o l i . g r